αειφλεγης

αειφλεγης
    ἀειφλεγής
    ἀει-φλεγής
    2
    всегда жгущий, жгучий
    

(ἄλγος Anth. - v. l. к ἀφειδὲς ἄγγος)


Древнегреческо-русский словарь - М.: ГИИНС. . 1958.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "αειφλεγης" в других словарях:

  • αειφλεγής — ἀειφλεγής, ές (Α) αυτός που πάντοτε φλέγεται, που βγάζει συνεχώς φλόγες. [ΕΤΥΜΟΛ. < ἀεὶ + φλεγὴς < φλέγω] …   Dictionary of Greek

  • ἀειφλεγέα — ἀειφλεγής neut nom/voc/acc pl (epic ionic) ἀειφλεγής masc/fem acc sg (epic ionic) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • αεί — επίρρ. (Α ἀεί) [στα Α και επικά, ιωνικά και ποιητικά αἰεί και αἰέν, δωρικά αἰές και ἀές, λακωνικά αἰέ, βοιωτικά ἀέ και ἠί, αιολικά αἶι(ν) και ἄι(ν)] διαρκώς, συνεχώς, πάντοτε, για πάντα στα νεοελλ. μόνον ως α συνθ. ορισμένων συνθέτων λογίας… …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»